Οι Διάδρομοι…
Υποχώρησαν οι γέφυρες
που μας τράνευαν.
Υποκλίθηκαν οι προβολείς
δώσαν τις θέσεις τους στα λυχνάρια.
Το μισοσκόταδο κρεμάστηκε στις πύλες
και τ’ αγνάντεμα του νου στένεψε…
Η «Αίθουσα Αναμονής» πλημμύρισε…
Θρονιαστήκαμε ο ένας δίπλα στον άλλον
ασφυκτικά προσμένοντας…
Η αυγή δε μας γέλασε, ξεπρόβαλε,
μα το φως της μάς τύφλωσε…
Όταν η πόρτα της αναμονής
έκλεισε πίσω μας
προχωρήσαμε παραπατώντας
ανάμεσα σε Διαδρόμους
γεμάτους πρόσωπα
με χιλιάδες μάτια.
Κανείς όμως δεν μας κοίταγε.
Κανείς δεν μας έβλεπε.
Οι Διάδρομοι όλο και πλήθαιναν
με τις μάσκες που πρόσμεναν
στο πέρασμα μας.
Ατέλειωτα τείχη αδιαφορίας
και σαρκασμού…
Το τέλος των Διαδρόμων μας βρήκε
ξέπνοους κι ανυπεράσπιστους.
Τα κακά μας ένστικτα γέμισαν πανικό.
Τα μάτια μας στέρεψαν από αναζήτηση
και το γόνυ μας λύγισε μπροστά
στο υπέρτατο αγαθό τού θανάτου.
Αλίμονο!
Μόνο Εμείς περάσαμε.
Μόνο Εμείς νοιώσαμε
τη γεύση τού αποχωρισμού,
μα οι Διάδρομοι μάς πήραν
όλη την έκφραση
και μας προίκισαν τις μάσκες
της αλλοφροσύνης
και του αιώνιου μαρασμού…
© Αμαλία Τραβασάρου
Μελβούρνη 5-08-1973
Νοέμβρης 1973
Ξύπνησε πάλι ο νους
κι όρθωσε τ’ ανάστημά του
στους “γίγαντες” της εξουσίας.
Ξεχύθηκε η φωνή σαν χείμαρρος
μες απ’ τα σφιγμένα δόντια
της ντροπής, της αποκαρδίωσης.
Γέμισαν τα πεζοδρόμια
Νιάτα, Ζωή, Περηφάνια.
Γέμισαν οι δρόμοι βογκητό
κι αξιοθρήνητο κυνηγητό.
Έγινε πάλι σιωπή.
Μα ο Νους δε σιωπά…
Μελβούρνη 17-11-1973