ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΚΤΩΒΡΙΟ!ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ

Οκτώβριος- ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

Στο ταβάνι σχήματα τριαντάφυλλα
και σχήματα αράχνη
τα φώτα κίτρινα θαμπά σκοτεινά
μεγάλα ψάρια στους πράσινους βαθιούς τοίχους
καρφωμένα
αίμα
τρύπιες κουβέρτες και σπασμένα τζάμια
η βροχή
και ξάφνου μέσα στα χέρια μου τα μαλλιά της
το σώμα της και τ’ ανοιχτό στόμα της
μακριά βαθιά πάνω στο βουνό.

Το μυαλό μου κουρασμένο
κι ο αγέρας διάφανος σαν κρύσταλλο
ρολόγια πέφτουν ολοένα και
σπάζουν πάνω στο πλακόστρωτο
σήμερα ο αγέρας δυνάμωσε ακόμη
απ’ το παράθυρο βγήκε ένα χέρι
μέσ’ στον καθρέτη φάνηκε έν’ άλλο χέρι
έδερναν τα μεσάνυχτα
μακριά ακουγόταν ένα βογγητό.

Όλα όσα βλέπω
τα παράξενα όνειρα μου θυμίζουν εσένα
η νύχτα θυμίζει εσένα
ένα μικρό παιδί που κλαίει μου θυμίζει εσένα
κι ο τάφος μου θυμίζει εσένα
όλες οι φωτογραφίες, όλα τα χρώματα
όλα μου θυμίζουν εσένα
και όλα τα αγαπώ για σένα.

Πηγή: https://www.stixoi.info

Οκτώβριος- ΡΕΝΑ ΚΑΡΘΑΙΟΥ

Τα χαλκώματα αγοράζει
και τα φύλλα όλα σκεπάζει .

Με το σάκο του στον ώμο
τριγυρίζει μες στο δρόμο .

Όπου ο Οκτώβρης κι αν αγγίζει
το τοπίο κοκκινίζει .

Ως και τ’ Αη – Δημήτρη το άτι
από μπρούτζο ένα κομμάτι .

Στα χρυσάνθεμα πατάει ,
βρέχει , αστράφτει όπου περνάει .

Με την πρώτη ανατριχίλα
πέφτουν χάλκινα τα φύλλα .

Πηγή: http://homouniversalisgr.blogspot.com

Οκτώβριος -ΣΑΝΤΙ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Οι άνθρωποι κουτσαίνουν τον Οκτώβριο
Συνήθισαν ξυπόλητοι και δε χωράνε
Σε παπούτσια

Εγώ
Δε χωρώ
Ούτε στο δέρμα μου
Το αφήνω στο κρεβάτι και βγαίνω στο μπαλκόνι
Να χαζέψω τους γείτονες
Όλοι τους κουτσαίνουν
Τους χαιρετώ
Ίσα να τους θυμίσω πως υπάρχω
Μα εκείνοι παίρνουν τα πονεμένα πόδια τους
Και κρύβονται πίσω από τις κουρτίνες
Έτσι κι αλλιώς χειμωνιάζει πια

Σύντομα
Θα ξεμείνω εδώ έξω
Χωρίς δέρμα
Χωρίς γείτονες
Πώς θα κουβαλήσω
Τόσα χέρια
Τόση συστολή

Είναι κρίμα
Γιατί έχω ήδη αρχίσει να γέρνω

Πηγή: https://www.stixoi.info

Οκτώβρης -ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΣ (Ακυκλοφόρητο)

Οκτώβρης μπήκε και τα φύλλα θα σκορπίσουν
Και σαν χαλί θα απλωθούν πάνω στο χώμα
Και τις στιγμές, που δεν πρόλαβαν να ζήσουν
θα καρτερούν να ονειρευτούνε το χειμώνα…

Οκτώβρης στην αρχή του- ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΣΒΑΝΤΗΣ

Δυό φίδια σταυρωτά
Ὀκτώβρης στήν ἀρχή του. Ἥλιος δειλινός φιλοτεχνοῦσε χρώματα
κοκκινωπά
στίς προσόψεις τῶν σπιτιῶν καί κάπου ξεκινοῦσε κελάιδημα
κοκκινολαίμη.
Ξαφνικά λύνεται ἄνεμος δριμύς, χτυποῦν καμπάνες, ἔξαλλα χειρονομοῦν
τά δέντρα.
Καί μυρίζω χῶμα καί ἄλλο χῶμα, φτυαριές, βάρυνε τόσο πού δέν μπορῶ
να γυρίσω στό ἄλλο πλευρό. Νυχτώνει καί σκοτάδι καταπίνω.
Καί φαίνεται ἡ πομπή, ἀκούω λυγμούς. Ὕστερα πάλι καμπάνες καί
ὁλοένα πιο μακρινός τοῦ κόσμου ὁ ἦχος.
Καί εἶχαν βγεῖ ἄστρα ἐπιτύμβια στόν οὐρανό.
Καί ἐρχόταν ἀπέξω μυρωδιές, τό ρετσίνι τοῦ πέφκου καί τό γιασεμί.
Ὅταν βγῆκα ἐπάνω εἶδα ὁ οὐρανός καθαρότατον ἥλιο ἐπρομηνοῦσε.

Πηγή:Περιοδικό «Το Δέντρο», 2005

Ο ωραίος μήνας Οχτώβρης – ΝΙΚΟΣ ΦΩΚΑΣ

Τόση ευθυμία,τόση ηδονή χωρίς απόφαση,
ανάμεσα στους ίσκιους που μεγαλώνουν για το τέλος
της γιορτής, για το τελικό σκοτάδι.
Τόση παραφορά χωρίς εσένα ή και με σένα ΄
θαρρείς πως θ’άλλαζε τη μοίρα μας αυτή η λιακάδα,
ανάμεσα στην Κοραή και την Ομόνοια ΄
μα ερχόνταν απ’αλλού και πήγαιναν γι’αλλού
τ’ακράτητα παιδιά
κρατώντας μια σημαία μέσα στα χέρια.
Τόσοι νεκροί χάσανε κιόλας από χτες τη σημασία τους,
τόσες γιορτές ΄ κι όμως σαν τίποτα να μην εχάθη,τίποτα
σα να μην έχει πάλι εξήγηση ΄μα κι ίσως
να μη χρειάζεται ΄ και μόνο ο κόσμος
αυτός να χρειάζεται ΄παιδιά,σημαίες, ο καστανός ο φίλος σου,
το φως, τριανταφυλλί καπέλα, μα και πάλι
ίσως και τούτα μια στιγμή να χρειάστηκαν μονάχα
για μιαν ερωτική εξομολόγηση.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Οκτώβρης- ΑΛΕΚΟΣ ΣΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

Ροή αμνημόνευτη απ’ τις φλέβες τ’ουρανού
Αίμα του Οχτώβρη ω εσύ θάλπος στερνό
Που συντηρείς το παγωμένο άστρο
Γκρίζο πουλί αναδυόμενο από τις πτυχές του πένθους
Ουράνιο τόξο που σωριάστηκες νεκρό πάνω στους κήπους
Διάφανη κόρη ξεφτισμένη σε γνέφαλα
Με τα φτερά της λύπης πίσω από τους ώμους σου
Το αμπάρι άνοιξα του αβέβαιου καιρού
Για να περισυλέξω την συγκομιδή σου:
Βοριάδες και φτεροκοπήματα
Ιστία που χάνονται στ’ανοιχτά
Μια κιμωλία χαράζοντας στη δύση μιαν άλικη γραμμή
Ένα μεγάλο δάκρι που κατρακυλά πάνω στη γη
Άροτρα κι ανοιγμένα αυλάκια
Κι εγκαταλειμμένα όστρακα πάνω στην άμμο
Σπίθες και βλέφαρα καπνού μιαν οπτασία που τρέμει
Στην αχλύ απ’ το τζάμι του παραθυριού

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Υπόφωτο- ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

Βραχνή η περιπέτεια
απ’ το πολύ να λέει
πάει κι αυτό πάει κι αυτό.
Μαλακτικό το φως του Οκτωβρίου.
Το πίνω. Αργά αργά.

Ανακατεύοντας το συνεχώς
προσεκτικά κι αργά.
Μη και χυθεί σταγόνα
από την αίσθηση που ζω
που την πίνω αργά αργά
σ’ ένα πολύ ρηχό φλιτζάνι.

Πολύ ρηχό φλιτζάνι
το φως του Οκτωβρίου.
Έχει ένα λάσκο η ατμόσφαιρα.
Την πας πιο δω πιο κει ανάλογα πού θέλεις
κάτι να αραιώσει, κάτι να γίνει πιο πυκνό.

Έχει η ατμόσφαιρα
αυτό που λέμε λιγοστεύει,
είτε πρόκειται για φως
για Θεό φθινοπώριασμα πίστης
για υπόφωτο έρωτα.

Είν’ η ατμόσφαιρα διασκορπισμένο και σπασμένο
το μακρύ τραγούδι της συνέχειας:
Τι απόγινε, τι απόγινες; Πάει αυτό πάει κι αυτό
τραγουδιστά αποκρίνεται η λακωνική εξαφάνιση.
Αργά αργά μυθιστορίζεσαι.

Έχει ένα άδειασμα η ατμόσφαιρα.
Αραιοκατοικημένη η περιπάθεια.
Εδώ εκεί να φανεί η πλάτη κάποιου φεύγω
πάει κι αυτό πάει κι αυτό.
Άδειες ονοματοφωλιές σ’ εσοχές της φωνής
ξεπουπουλιάσματα ύψους.

Πεινασμένα φωνήεντα
τσιμπάνε με το ράμφος τους
ψόφια τζάμια.
Μια κιτρινίλα. Όχι λαίμαργη.
τρώει αργά αργά το χρώμα.

Μια κιτρινίλα στα φυτά,
στα φιλάλληλα
στα καταφύγια φάρδη.
Μελανίες μελιστάλαχτοι
σέρνουν νεκροφόρες φράσεις
πάει κι αυτό πάει κι αυτό.

Το κόρο του κίτρινου ψέλνει
τη θεία Ακολουθία της απογύμνωσης.
Ύφεση πολυφωνική.
Ακολουθώ. Προσέχοντας πού πατάω.
Παντού σπασμένο μάκρος.

Μαλακιά και σκεπαστική η ατμόσφαιρα.
Έτσι σου `ρχεται να την τραβήξεις ως επάνω
να κουκουλωθείς να μη βλέπεις άλλο
τι γρήγορα κι απρόσεχτα ανακατεύουν οι χαμοί
ό,τι εμείς αργά αργά και προσεκτικά

ανακατεύοντας καθυστερούμε να χυθεί
απ’ το πολύ πολύ ρηχό φλιτζάνι.

Πηγή: https://www.stixoi.info