ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΗΝΑ ΟΚΤΩΒΡΙΟ!!!

Ποίημα του Οκτώβρη-ΝΤΙΛΑΝ ΤΟΜΑΣ

Ήταν το τριακοστό μου έτος στον ουρανό
Σαν ξύπνησα στο άκουσμα του λιμανιού και του γειτονικού δάσους
Και τη συναγωγή των μυδιών και του ερωδιού
Την ιερωμένη ακτή
Το πρωινό νεύμα
Με την υδάτινη προσευχή και το κάλεσμα του γλάρου και του κόρακα
Και τον χτύπο των ιστιοφόρων πάνω στον μεμβρανώδη τοίχο
Έτοιμος εγώ να πατήσω το πόδι μου
Τη στιγμή εκείνη
Στην κοιμωμένη πόλη και το ταξίδι μου να ξεκινήσει.
Τα γενέθλιά μου ξεκίνησαν με το νερό –
Πετούμενα κι όλα τα πετούμενα των φτερωτών δέντρων ταξίδευαν το όνομά μου
Πάνω από τις φάρμες και τα λευκά άλογα
Κι εγώ ξύπνησα
Ένα βροχερό φθινόπωρο
Και περπάτησα έξω στην μπόρα όλων των ημερών μου
Πλημμυρίδα κι ο ερωδιός βούτηξε σαν πήρα τον δρόμο
Πέρα από την επικράτεια
Ενώ οι πύλες
Της πόλης έκλειναν καθώς η πόλη ξυπνούσε.
Ένα σμάρι κορυδαλλοί σ’ ένα σύννεφο
Που κυλούσε κι οι θάμνοι στην άκρη του δρόμου γεμάτοι τιτιβίσματα
Κοτσυφιών κι ο ήλιος του Οκτώβρη
Καλοκαιρινός
Στον ώμο του λόφου,
Εδώ το κλίμα ήταν ήπιο κι οι τραγουδιστές γλυκείς όταν ξάφνου
Φάνηκαν το πρωί εκεί που τριγυρνούσα κι άκουγα
Τη βροχή να στίβει
Τον άνεμο τη ριπή το κρύο
Στο δάσος πέρα εκεί κάτω.
Ξεπλυμένη βροχή πάνω στο λιμάνι που αχνόσβηνε
Και στη θαλασσόβρεχτη εκκλησία στο μέγεθος σαλιγκαριού
Με τις κεραίες ορθωμένες μες στην ομίχλη και το κάστρο
Καφετί σαν κουκουβάγια
Μα όλοι οι κήποι
Της άνοιξης και του καλοκαιριού άνθιζαν ανάμεσα σε φανταστικές ιστορίες
Πέρα από την επικράτεια και κάτω από το σύννεφο γεμάτο κορυδαλλούς.
Εκεί θα μπορούσα να καμαρώνω
Τα γενέθλιά μου
Ακόμα μα ο καιρός άλλαξε.
Τράβηξε μακριά από τη χαρμόσυνη πατρίδα
Κι ο άλλος αγέρας κι ο γαλανός αλλαγμένος ουρανός
Άφησαν να κυλήσει ξανά εκεί κάτω ένα θαύμα καλοκαιριού
Με μήλα
Αχλάδια και κόκκινα μούρα
Κι είδα στην αλλαγή τόσο καθαρά ενός παιδιού
Τα ξεχασμένα πρωινά σαν περπατούσε με τη μητέρα του
Ανάμεσα στις παραβολές
Του ηλιόφωτου
Και τους θρύλους των πράσινων παρεκκλησιών
Και τους διπλοειπωμένους αγρούς της νηπιακής ηλικίας
Που τα δάκρυά του έκαψαν τα μάγουλά μου κι η καρδιά του σκίρτησε στη δική μου.
Τούτα ήταν τα δάση ο ποταμός κι η θάλασσα
Εκεί που ένα αγόρι
Στο φιλήκοο
Καλοκαίρι των νεκρών ψιθύρισε την αλήθεια της χαράς του
Στα δέντρα και τις πέτρες και τα ψάρια του αλμυρού νερού.
Και το μυστήριο
Τραγουδούσε ολοζώντανο
Ακόμα μες στο νερό και το τιτίβισμα των πουλιών.
Κι εκεί θα μπορούσα να καμαρώνω τα γενέθλιά μου
Ακόμα μα ο καιρός άλλαξε. Κι η αληθινή
Χαρά του πολύχρονου νεκρού παιδιού τραγουδούσε φλεγόμενη
Στον ήλιο.
Ήταν το τριακοστό μου
Έτος στον ουρανό κι εγώ στεκόμουν εκεί στο καλοκαιρινό μεσημέρι
Παρ’ όλο που η πόλη κάτω κειτόταν φυλλοσκεπής με το αίμα του Οκτώβρη.
Είθε η αλήθεια της καρδιάς μου
να τραγουδηθεί ξανά
Σε τούτον εδώ τον ψηλό λόφο και του χρόνου.

Ειδικά όταν ο άνεμος του Οκτώβρη-ΝΤΙΛΑΝ ΤΟΜΑΣ

Ειδικά όταν ο άνεµος του Οκτώβρη
µε δάχτυλα ξεπαγιασµένα µαστίζει τα µαλλιά µου,
πιασµένος στη δαγκάνα του ήλιου, ανάβω δρόµο
και αναπτύσσω ίσκιο κάβουρα στη γη.
Πουλιά χαλούν τον κόσµο την ακτή,
βήχουν κοράκια στα παλούκια του χειµώνα,
κι ανάστατη η καρδιά µου τροµάζει τη λαλιά της,
χύνει το αίµα συλλαβών κι αποξηραίνει λέξεις

Επιπρόσθετα, κλεισµένος σ’ έναν πύργο λεκτικό,
επισηµαίνω προς το βάθος του ορίζοντα να φεύγουν
προτάσεις σαν βαθύσκιωτες γυναίκες φυλλωσιές,
σειρές ολόκληρες αστρόφραστα παιδιά στο πάρκο.
Κάποιοι γυρεύουν να σε φτιάξω από φωνήεντες οξιές,
κάποιοι από δρύινες φωνές, µε ρίζες
ποικίλων όσων αγκαθιών να σε υποµνήσω,
κι άλλοι µε λόγια του νερού γυρεύουν να σε πλάσω.

Πίσω απ’ το βάζο µε τις φτέρες αιωρείται το εκκρεµές, µου λέει τη λέξη απ’ ώρα, το µήνυµα του νεύρου πετάει στης πλάκας την αιχµή, το πρωινό αναγγέλλει στον κόκορα ποιος άνεµος φυσάει. Κάποιοι γυρεύουν να σε φτιάξω απ’ τα σηµεία των αγρών· σηµατωρός χορτάρι, που µου δείχνει όσα γνωρίζω, στο µάτι αποχωρίζεται χειµώνα και σκουλήκι. Με τις ντροπές του κόρακα άλλοι γυρεύουν να σε πλάσω.

Μετάφραση : Γιώργος Μπλάνας
Πηγή: http://homouniversalisgr.blogspot.com

Από τη Νύχτα του Οχτωβρίου -ΑΛΦΡΕ ΝΤΕ ΜΙΣΕ

Άνθρωπε,αν είσαι αδύναμος κι αν σου είναι δύσκολο πολύ
Να συγχωρέσεις το κακό που ο άλλος σου έχει κάνει
Αλάφρωσε τον πόνο σου απ’ την κακία του Μίσους
Κι αν δεν μπορείς να συγχωρείς,ζήτα τη Λησμονιά!…
Γαλήνια,κείτονται οι νεκροί στης γης την αγκαλιά
Το ίδιο ας γείρουν τα παλιά, σβησμένα αισθήματά μας
Κι αν της καρδιάς τα λείψανα ολίγη στάχτη αφήνουν
Στ’απομεινάρια τα ιερά το χέρι ας μην περνά!

Άπραγος είν’ ο άνθρωπος και δάσκαλός του ο Πόνος! …
Κι όποιος δεν πόνεσε ποτέ, δεν ένιωσε ποιος είναι
Νόμος σκληρός, μα υπέρτατος κι αιώνιος πάντα νόμος
Παλιός, όσο κι η Μοίρα μας, κι ο κόσμος κι η ζωή…
Είναι γραφτό να παίρνουμε το βάφτισμα του Πόνου
Κι όλα να τ’αγοράζουμε με τέτοια πληρωμή!…
Δροσιά, ζητάει κι η βλάστηση για να’ρθει να ωριμάσει
Με δάκρυα φτάνει ο άνθρωπος στο νόημα το βαθύ
Κι έχει χαρά για σύμβολο ένα φυτό γερμένο
Λουλουδιασμένο, μα υγρό ακόμα απ’ τη βροχή…

Πηγή: Παγκόσμιος ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη- Νίκου Παπά,Εκδόσεις Γεωργίου Παπαδημητρίου,1953

Ποίημα του Οκτωβρίου- ΤΑΜΟΥΡΑ ΡΙΟΥΙΚΙ

Η κρίση είναι μια από τις ιδιότητές μου. Κάτω απ’ την απαλή μου
επιδερμίδα, θύελλα βίαιων παθών βρουχιέται ΄ ριγμένο
στην έρημη ακροθαλασσιά κείτεται το καινούργιο σώμα.

Ο Οκτώβρης είναι το βασίλειό μου. Πράγματα χαμένα
για ν’αναζητήσουν, φεύγουν τα τρυφερά μου χέρια ΄
πράγματα φευγαλέα προσέχουν τα μικρά μου μάτια ΄
τα λεπτά αυτιά μου τη σιωπήν ακούνε του θανάτου.

Ο φόβος είναι μια από τις ιδιότητές μου. Στο πλούσιο αίμα
μου, κυλά ο καταστροφέας των πάντων χρόνος. Μια καινούργια
πείνα πεινά ο ψυχρός και ριγηλός αέρας του Οκτωβρίου.

Ο Οκτώβρης είναι το βασίλειό μου. Κάθε πόλη
κατέχει, κάτω απ’ τη βροχή, η νεκρή στρατιά μου.
Η πεθαμένη αεροπορία μου πλανιέται πάνω από το πνεύμα.
Οι πεθαμένοι μου γονείς, όπως κι οι πεθαμένοι όλοι,στενάζουν.

Μετάφραση: Άρης Δικταίος
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία “Ταξίδι στην ποίηση”, Ναυτίλος