ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ !!!

ΚΥΡΙΑΚΗ ΒΡΑΔΥ 22.00 ΜΜ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ!

ΑΚΟΥΣΤΕ ΜΑΣ!
http://www.skplakas.gr/2000/12/radiostation.html?m=1..

ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ “Το τραγούδι της μάνας”

Τρία σύγνεφα ταξίδευαν
-Τραγούδα το σιγά-
Τρία σύγνεφα ταξίδευαν
Κατὰ τὸ Καρπενήσι…

Τό ῾να ψηλὰ κρεμάμενο
-Φλογέρες θὰ τὸ ποῦνε-
Τό ῾να ψηλὰ κρεμάμενο
Λαμπάδιαζε στὴ δύση.

Τ᾿ ἄλλο βοριὰς τὸ μάχουνταν
-Τραγούδα το σιγά-
Τ᾿ ἄλλο βοριὰς τὸ μάχουνταν
Καὶ σὰν ἀχνὸς ἐχάθη…

Τὸ τρίτο τὸ πυκνότερο
-Φλογέρες θὰ τὸ ποῦνε-
Τὸ τρίτο τὸ πυκνότερο
Τ᾿ ἀργοταξιδεμένο

Ἀπάνου ἀπὸ τὴ κούνια μου
-Τραγούδα το σιγά-
Ἀπάνω ἀπὸ τὴ κούνια μου
Ἀρμένισε κι ἐστάθη

Βαριὰ φουρτουνιασμένο…

Νικηφόρος Βρεττάκος “Μάνα και Γιος”

Στης ιστορίας το διάσελο όρθιος ο γιος πολέμαγε
κι η μάνα κράταε τα βουνά, όρθιος να στέκει ο γιος της,
μπρούντζος, χιόνι και σύννεφο. Κι αχολόγαγε η Πίνδος
σαν να ‘χε ο Διόνυσος γιορτή. Τα φαράγγια κατέβαζαν
τραγούδια κι αναπήδαγαν τα έλατα και χορεύαν
οι πέτρες. Κι όλα φώναζαν: “Ίτε παίδες Ελλήνων …”
Φωτεινές σπάθες οι ψυχές σταύρωναν στον ορίζοντα,
ποτάμια πισωδρόμιζαν, τάφοι μετακινιόνταν.

Κι οι μάνες τα κοφτά γκρεμνά σαν Παναγιές τ’ ανέβαιναν
Με τη ευκή στον ώμο τους κατά το γιο παγαίναν
και τις αεροτραμπάλιζε ο άνεμος φορτωμένες
κι έλυνε τα τσεμπέρια τους κι έπαιρνε τα μαλλιά τους
κι έδερνε τα φουστάνια τους και τις σπαθοκοπούσε,
μ’ αυτές αντροπατάγανε, ψηλά, πέτρα την πέτρα,
κι ανηφορίζαν στη γραμμή, όσο που μες στα σύννεφα
χάνονταν ορθομέτωπες η μια πίσω απ’ την άλλη.

Μελισσάνθη, «Η μπαλάντα της μάνας»

“Την ώρα αυτή που τα μωρά ξυπνάνε
πάνω στου στήθους τη ζεστή φωλιά
πού να ‘ναι κι ο δικός μου γιος; πού να ‘ναι;

Στης θάλασσας μέσα την αγκαλιά
με δίχως νανουρίσματα κοιμάται…
Κοιμάται ο γιος μου μη μου τον ξυπνάτε
κύματα, πιο βαθιά μη μου τον πάτε
της άρμης σας πικρά είναι τα φιλιά.

Ποιο άλλο μικρό δέχτηκε τέτοια χάδια;
Πίνει για γάλα τον πικρόν αφρό
του κύματος φοράει τα τυλιγάδια
τριγύρω στο λαιμό τον τρυφερό.
Πού είδατε αλλού τέτοιο ακριβό γιορντάνι;
Νάνι του, νάνι, νάνι- νάνι- νάνι
Σωπάτε, νάνι, το παιδί μου κάνει
Κι έχει για κούνια, τώρα το νερό.

Και για πνιγμούς, για τραγικά ναυάγια
μέσα στις νύχτες του όλο ιστορεί.”
Για της νεράιδας- θάλασσας τα μάγια
Που παίρνει όποιον τις νύχτες τη θωρεί
– Αποκοιμούνται στο μαστό τα βρέφη –
Μένανε, η άρμη το παιδί μου τρέφει
με το μικρό του δαχτυλάκι γνέφει
της τρικυμίας ν’ αρχίσουν οι χοροί.

Μ’ απόψε, η θάλασσα είναι σαν το λάδι
– πλατειά, θαρρείς, που απλώθηκε στρωμνή –
μαυρίζει, αίμα πνιγμένου, το σκοτάδι.
Παιδί μου, ακούς της μάνας τη φωνή;
Πού απόψε, αυτή σου σιγοτραγουδάει:
“Μαζί θα κοιμηθούμε, πλάι πλάι
νάνι, κανένας μη μου το ξυπνάει
γιατί η καρδούλα του ίσως να πονεί.”