Η οικονομική και σεξουαλική απελευθέρωση της γυναίκας, σε συνδυασμό με τους κοινωνικούς αγώνες και τη στροφή από τον κολεκτιβισμό στον ατομικισμό, ο γάμος μετατράπηκε σταδιακά σε μια δέσμευση που άρχισε να βασίζεται ολοένα και περισσότερο στην ελεύθερη βούληση, στην επιθυμία και στην αγάπη, η οποία, όμως, πολύ δύσκολα μπορεί να κρατηθεί ζωντανή μέσα στην αδυσώπητη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Ταυτόχρονα, πολλοί είναι αυτοί που μεταθέτουν τις σημαντικότερες προσωπικές τους προσδοκίες στη σχέση αυτή, θεωρώντας πως ο/η σύντροφος θα καλύψει μία σειρά από, συχνά, αντιφατικές μεταξύ τους ψυχοσυναισθηματικές τους ανάγκες, είτε ως ο καλύτερος φίλος είτε ως καλός εραστής είτε ως το άτομο που θα εκπλήσσει και, ταυτόχρονα, θα αποτελεί το σταθερό παράγοντα ασφάλειας που θέλουν να υπάρχει στη ζωή τους είτε ως ο καλός γονιός που θα ήθελαν για τα παιδιά τους.
Αναζητούν, δηλαδή, τη ρομαντική αγάπη μέσω μίας «αδελφής ψυχής» που να λειτουργεί ως ένα είδος θρησκείας που θα δώσει νόημα ζωής, έκσταση και ολοκλήρωση. Όταν, λοιπόν, κάποιος προσδοκά τόσα πολλά και σημαντικά από έναν άλλον, σε συνδυασμό με την αίσθηση πως επιλέχθηκε από τον άλλον ως κάτι το ιδιαίτερο και πολύ σημαντικό, δεν είναι καθόλου παράξενο που μια απιστία του ατόμου αυτού βιώνεται, συνήθως, ως ένας τυφώνας που ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά του, μαζί και την αίσθηση προσωπικής ταυτότητας.
Είναι πολύ σημαντικό, όμως, να κατανοήσουμε πως τα στοιχεία που θρέφουν την αγάπη, όπως είναι η σταθερότητα, το ενδιαφέρον και η ευθύνη, δεν ευνοούν κι ούτε συντηρούν απαραίτητα την ερωτική επιθυμία και το ερωτικό ενδιαφέρον. Αυτό που κάνει την ερωτική επιθυμία να ανθίζει είναι, συχνά, τα στοιχεία εκείνα απέναντι στα οποία η οικογενειακή ζωή αμύνεται, από τη στιγμή που αυτά απειλούν την ίδια της την υπόσταση. Μια ήρεμη και λειτουργική οικογενειακή ζωή απαιτεί επανάληψη, σταθερές ρουτίνες και συνέπεια, ενώ ο ερωτισμός (όχι απαραίτητα το σεξ), ως έκφραση ζωντάνιας και δυναμικής της ζωής, πυροδοτείται και τρέφεται από το μυστήριο, το απρόβλεπτο και την έκπληξη.
Ίσως φανεί παράξενο ή παράδοξο αλλά είναι πιθανό ένας από τους λόγους της απιστίας, σε κοινωνίες όπου έχει επιτευχθεί, σε μεγάλο βαθμό, μια σχέση ισοτιμίας ανάμεσα στα δύο φύλα, αυτή ακριβώς η σχέση ισοτιμίας, ενώ δίνει τη δυνατότητα για τη δημιουργία πολύ καλών και σταθερών γάμων/συμβιώσεων, από την άλλη, μειώνει τις προϋποθέσεις ύπαρξης ενός έντονου ερωτισμού σε βάθος χρόνου. Αυτά που λειτουργούν άψογα στην κουζίνα και στο καθιστικό, δεν λειτουργούν απαραίτητα το ίδιο καλά και στην κρεβατοκάμαρα.
Η σύνθεση ερωτισμού και καθημερινότητας δεν αποτελεί πρόβλημα που μπορεί να επιλυθεί με διάφορα «τεχνάσματα» και πρακτικές, αλλά ένα παράδοξο που κάθε ζευγάρι θα πρέπει οπωσδήποτε να διαχειριστεί με τον τρόπο που του ταιριάζει. Ο ερωτισμός είναι ένα πολύ βασικό υπαρξιακό ζήτημα του οποίου η λύση δεν εξαντλείται με την αγορά καινούργιων εσωρούχων ή ερωτικών βοηθημάτων. Ο ερωτισμός είναι ένας κοινός τόπος συνάντησης και συνδιαλλαγής με έναν άλλον, είναι περιέργεια, παιχνιδιάρικη διάθεση, φαντασία και συνδημιουργία.
Ενώ, λοιπόν, έχουμε μία σειρά από σοβαρές προσδοκίες από το/τη σύντροφό μας, σπάνια λειτουργούμε οι ίδιοι με έναν αντίστοιχο τρόπο. Πολλοί έχουν την τάση ή προτιμούν να διοχετεύουν αυτή τους την ενέργεια πολύ περισσότερο στα παιδιά παρά στο σύντροφό τους. Η περιέργεια για τον άλλον, η παιχνιδιάρικη διάθεση, οι σφιχτές αγκαλιές και τα φιλιά διαρκείας έχουν, συνηθέστατα, αποδέκτη τα παιδιά τους, ενώ ο/η σύντροφος θα πρέπει να αρκείται σε κάποια πεταχτά, συνήθως, φιλιά ή/και τυποποιημένες φιλοφρονήσεις.
Επίσης, πολλοί είναι οι ενήλικες που έχουν πιο ενδιαφέρουσες και διαρκείας συζητήσεις με τους φίλους και τα εφηβικής ηλικίας παιδιά τους παρά με τους/τις συντρόφους τους. Όταν συμβαίνει αυτό, τα παιδιά μετατρέπονται σε επίκεντρο του ενδιαφέροντός τους και αποδέκτες του μεγαλύτερου μέρους της ενέργειάς τους, ακόμη και αυτής που θα έπρεπε να κατευθύνεται προς τη συντροφική τους σχέση ώστε αυτή να μπορεί να έχει και να διατηρεί την απαραίτητη ένταση, το χρώμα και το ενδιαφέρον που την κάνουν ελκυστική κι ερωτική.
Όταν, λοιπόν, έχουμε προσδοκίες από το/τη σύντροφό μας, την ίδια στιγμή που εμείς οι ίδιοι του/της αφιερώνουμε τα περισσεύματα του εαυτού μας, τότε θα πρέπει να έχουμε υπόψη πως οι ανάγκες μας να είμαστε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος του άλλου, αποδέκτες του πόθου του/της και, γενικώς, κάτι το πολύ σημαντικό για αυτόν/αυτήν -στοιχεία που, όταν λείπουν από μια σχέση, αποτελούν τον κοινό παρονομαστή μιας απιστίας- σπάνια, αν όχι ποτέ, θα βρουν ανταπόκριση. Εάν επιστρέφουμε από τη δουλειά, φοράμε μια φόρμα και, μετά από κάποια ώρα, μας παίρνει ο ύπνος στον καναπέ, μπροστά από την τηλεόραση, με το κινητό μας στο χέρι, κάτι που συχνά συμβαίνει στις μακρόχρονες σχέσεις, αυτό είναι ταυτόσημο με την υπονόμευση των θεμελίων της σχέσης αυτής.
Σάββας Ν. Σαλπιστής, Ph.D., Κλινικός Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπευτής