«Δεν υπήρξα ποτέ από εκείνους τους θεωρητικούς που λαχταρούν μια ζωή να γράψουν κάτι λογοτεχνικό. Εγώ αντιλαμβανόμουν τον εαυτό μου ως πιο προχωρημένο από τους λογοτέχνες, επειδή ακριβώς έγραφα θεωρητικά δοκίμια. Κι όταν στα 48 μου έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα, κι έπειτα τα υπόλοιπα, δεν άλλαξα.
Εξακολουθώ να αισθάνομαι όπως ένας αθλητής ποδηλάτης, ο οποίος κάπου-κάπου οδηγεί αυτοκίνητο».
“Έχω φτάσει να πιστεύω πως όλος ο κόσμος είναι ένα αίνιγμα, ένα άκακο αίνιγμα που έγινε τρομερό από τη δική μας τρελή προσπάθεια να το ερμηνεύσουμε λες και κρύβεται η αλήθεια από κάτω του” έχει πει ανάμεσα σε τόσα άλλα ο εμβληματικός Ιταλός της Σημειωτικής που γεννήθηκε σαν σήμερα στην Αλεσάντρια του Πιεμόντε το 1932.
Ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, έλκεται απ’ το παιχνίδι, αλλά σ’ αντίθεση με τ’ άλλα ζώα, προτιμάει να παίζει σύμφωνα με κάποιους κοινωνικούς, συμβατικούς κανόνες.
Τώρα, σ’ ένα ματς ο θεατής είναι ένας άνθρωπος που δεν παίζει: αξιολογεί, κρίνει το παιχνίδι των άλλων ανάλογα με τους κανόνες που έμαθε.
Αν έπειτα αυτός ο θεατής είναι καθισμένος μπροστά στη συσκευή της τηλεόρασης, η κατάστασή του γίνεται ακόμη πιο ασαφής. Αξιολογεί με βάση τους κανόνες, τόσο το παιχνίδι των άλλων όσο και τη συμπεριφορά των παρόντων στο παιχνίδι. Η απόσταση από το σώμα του μεγαλώνει!
Αλλά συνήθως γίνεται κάτι χειρότερο: όχι μόνο ο κόσμος βλέπει το παιχνίδι αντί να το παίζει, αλλά συχνά ακούει μόνο να μιλάνε γι’ αυτό.
Με τη μεσολάβηση του αθλητικού τύπου το ποδόσφαιρο γίνεται ευκαιρία για μια καθαρή φλυαρία που κάνουν οι φίλαθλοι στις πλατείες, στα κουρεία, στο τραπέζι, στο γραφείο.
Και το άτομο που μιλάει για αθλητισμό χρησιμοποιεί μια γλώσσα που έχει τους δικούς της κανόνες.