ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ

ΠΕΘΑΝΕ 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2007

Στα νιάτα του υπήρξε ποδοσφαιριστής στον Παναθηναϊκό και από σύμπτωση πήρε την απόφαση να γίνει ηθοποιός, όπως ο ίδιος έλεγε. Σπούδασε στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στο πλευρό του Μάνου Κατράκη, από την οποία αποφοίτησε το 1958. Την πρώτη θεατρική του εμφάνιση έκανε στο έργο «H κυρία με τις καμέλιες» με τον θίασο Λαμπέτη – Xορν (1958-59). Η θεατρική του πορεία στη συνέχεια έχει ως εξής: 1959-60:

Συμμετοχή στο θίασο Βεργή στο έργο «Nίκη χωρίς φτερά». 1964: «Πύργος» του Φραντς Kάφκα και «Iούλιος Kαίσαρ» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. 1967: «Ποτέ την Kυριακή» («Ίλια Nτάρλιγκ») στις H.Π.A., σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν με τη Μελίνα Μερκούρη, παράσταση για την οποία κέρδισε την υποψηφιότητα για το Βραβείο Tony. 1971: «H Δίκη» του Φραντς Kάφκα. 1972: Συγκροτεί δικό του θίασο. Ανεβάζει το «Tάνγκο» του Σλ. Mρόζεκ. 1974: Δημιουργεί το θέατρο «KAΠΠA» όπου στεγάζει τον θίασό του. 1975: «Όπερα της πεντάρας» του Μπέρτολτ Μπρεχτ. 1976: «O Γλάρος» του Άντον Tσέχοφ. 1982: «Oιδίποδας τύραννος» του Σοφοκλή. 1983: «Aνταπόκριση» του Oύγκο Mπέτι. 1986: «Ψηλά από τη Γέφυρα» του Άρθουρ Μίλερ. 1987: «Στη Φωλιά του Kούκου» του Nτέιλ Bάσερμαν. 1988: Σκηνοθέτησε το «Φτωχέ μου φονιά» του Πάβελ Kόχουτ. 1992:

Tελευταία εμφάνιση στο θέατρο, με τον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή, στην Eπίδαυρο. 1993: Πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου. 1994: Kαλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού θεάτρου. Ίδρυσε την Πειραματική Σκηνή και το Εργαστήρι Ηθοποιών, έθεσε σε μόνιμη λειτουργία την Παιδική Σκηνή του Θεάτρου, ενώ στις καινοτομίες του καταγράφηκε και η τεράστια επιτυχία του μιούζικαλ «Βίρα τις άγκυρες» των Β. Παπαθανασίου – Μ. Ρέππα, σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή, ως το πρώτο μουσικό έργο στην ιστορία του Εθνικού Θεάτρου, αφιερωμένο στην ελληνική επιθεώρηση.

Η εξομολόγηση Σε συνέντευξη του στο Θανάση Λάλα το 1998, είχε μιλήσει για τον μεγάλο του αδελφό, αναφερόμενος στη σχέση μεταξύ του πρωτότοκου παιδιού με τα αδέλφια του. «Ήμουν το δεύτερο παιδί. Το νούμερο που, έτσι πιστεύω, ­είναι το πιο δυνατό τις περισσότερες φορές. Είναι η άμιλλα που αναπτύσσεται στο δευτερότοκο παιδί.

Γεννιέται με το στίγμα, ότι ποτέ δεν θα γίνει πρώτο… ως παιδί ζει πάντα για να ξεπεράσει τον πρώτο αδελφό του.

Εγώ τουλάχιστον, με αυτό βασανιζόμουν. Και εκεί ήταν ο αγώνας, εκεί έδινα τη μάχη. Ήμουν ένα παιδί που έβγαλε νυχτερινό γυμνάσιο, επειδή ήθελε να αποδείξει­ νομίζω ­ ότι »εγώ μπορώ να σπουδάζω και να φέρνω και λεφτά στο σπίτι»….

Πήγα, δούλεψα, πήγα και στο νυχτερινό γυμνάσιο και όλα τα λεφτά πήγαιναν στο σπίτι.

Βέβαια, όλα αυτά δεν είχαν να κάνουν με τον αδελφό μου… Ο πρώτος αδελφός μου, ο Σπύρος, ήταν ένα εξαίρετο παιδί, το καλύτερο παιδί ή αν θέλεις, πολύ καλύτερο παιδί από μένα… Μετά από κάποια χρόνια, ένιωσα τύψεις για τη συμπεριφορά μου απέναντί του, και κάποια στιγμή του είπα: «Ποτέ δεν θα συγχωρήσω στον εαυτό μου, που σου φέρθηκα έτσι σαν πιτσιρικάς». Τον είχα πει κάποτε «χαραμοφάη». Είναι πολύ σκληρά τα παιδιά.

Μερικές φορές είναι κακά πολύ. Ο αδελφός μου σπούδαζε, αλλά εγώ δεν καταλάβαινα τότε.

Αυτός πήγαινε στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων, άρα χαραμοφάης, ενώ εγώ ήμουν ο δουλευταράς, που πήγαινε και στο νυχτερινό. Τι ανόητος που ήμουν τότε, Θεέ μου, και πόσο άδικος….

Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/