ΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ
Πότε θ’ ανθίσουνε τούτοι οι τόποι; Πότε θα ‘ρθούνε κανούργιοι ανθρώποι, να συνοδεύσουνε την βλακεία στην τελευταία της κατοικία;
Με την πατρίδα τους δεμένη στα πανιά
και κουπιά στον άνεμο κρεμασμένα
Οι ναυαγοί κοιμήθηκαν ήμεροι
σαν αγρίμια νεκρά
μέσα στον σφουγγαριών τα σεντόνια
Γι αυτό λοιπόν κι εσείς παλληκάρια μου με το κρασί
τα φιλιά και φύλλα στο στόμα σας
Θέλω να βγείτε γυμνοί στα ποτάμια
Με τα περήφανα μάτια της οργισμένα
Κι όπως οι αστραπές αλωνίζουν τα νιάτα
Μη γίνεσαι ΠΕΠΡΩΜΕΝΟΝ
Γιατί δεν είναι ο σταυραϊτός ένα κλεισμένο συρτάρι
Έτσι κοιμάται ολόγυμνη μέσα στις άσπρες κερασιές
Μια τρυφερή μου αγάπη
Ένα κορίτσι αμάραντο σα μυγδαλιάς κλωνάρι
Δεν ωφελεί το παράπονο. Ίδια παντού θα ‘ναι η ζωή
Κι αν θα διψάσεις για νερό
Θα στύψουμε ένα σύννεφο
Κι αν θα πεινάσεις για ψωμί
Θα σφάξουμε ένα αηδόνι
Παιδιά ίσως η μνήμη των προγόνων
Να είναι βαθύτερη παρηγοριά
και πιο πολύτιμη συντροφιά
από μια χούφτα ροδόσταμο
Πόσο πού σε αγάπησα εγώ μονάχα το ξέρω
Εγώ που κάποτε σ’ άγγιξα με τα μάτια της πούλιας
Τα ποιήματα είναι εύκολα. Η Ποίηση είναι δύσκολη…