Εξαιτίας του καύσωνα σχηματίζονταν ρυάκια,
Από τα ρυάκια σχηματίζονταν ο καύσωνας,
Και η νύχτα βγήκε, όπως από το σύννεφο
Η σφαίρα με τη βγαλμένη ρίζα.
Η δύσπνοια φώτιζε το περίβλημα
Σα φίδι, έτριζε η λέμβος,
Σήμερα μάλιστα μου φαίνεται σαν ένα σημείο
Εκείνη η νύχτα στους ουρανούς του είναι.
Δε θυμάμαι, ήμουν ο πρώτος
Ή πρώτη ήσασταν εσείς
Πάνω στην οποία τυμπάνιζαν τα νεύρα,
Όπως το δίχτυ από βουκέντρα.
Ένας πελώριος όγκος από ραφές τεντώνοντας
Βρώμικος λόγω του καύσωνα και γυμνός,
Ήταν μοναχικός, σα φρίκη,
Το θαυμαστικό της.
Τοποθετημένος από τη ζωή κάτω από τη μελανή
Άνυδρη Σαχάρα των ουρανών,
Έπλεε, παρασυρμένος προς τα κάτω,
Και τραγουδούσε για το ειδικό βάρος.
1917
Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης ©
2
Φεβρουάριος! Πιάσε μελάνη και κλάψε!
Θρηνώντας για τον Φλεβάρη γράψε,
Ενώ η λασπουριά βροντοκοπάει
Και καίγεται την μαύρη άνοιξη.
Βρες παϊτόνι. Δεκάρες δώσε έξι
Με τον ήχο της καμπάνας, με των τροχών την κλαγγή
Πήγαινε εκεί, όπου η νεροποντή
Βροντοκοπάει πιο πολύ από τα δάκρυα και τη μελάνη.
Εκεί, σαν καρβουνιασμένα αχλάδια,
Χιλιάδες κουρούνες από τα δέντρα
Στους λάκκους θα πέσουν, θα καταστρέψουν
Τη στεγνή θλίψη στο βυθό των ματιών.
Σαν μαύρα στίγματα εκεί που έλιωσαν τα χιόνια,
Αυλακωμένος ο αγέρας από τα κρωξίματα,
Όσο πιο τυχαία, τόσο πιο σωστά
Θρηνώντας γράφονται τα ποιήματα.
1912
Μετάφραση από τα ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης (C)