Στίχοι: Σώτια Τσώτου
Μουσική: Κώστας Χατζής
Ένας Γερμανός και μια Εβραία,
γνωριστήκαν κάποιο καλοκαίρι
Ήτανε γλυκός κι ήταν ωραία,
κι όμως δεν του έδωσε το χέρι
Κλαίει η μικρούλα στ’ ακρογιάλι,
μέθυσε στο καπηλειό αυτός
κι είναι τόσο ωραίο παλληκάρι,
Θεέ μου γιατί να `ναι Γερμανός
Δεν μπορώ να σ’ αγαπήσω Φραντς
δεν μπορώ να σ’ αγαπήσω Φραντς
κάποιο βράδυ πέρασαν τα τανκς
κάποιο βράδυ πέρασαν τα τανκς
σα λουλούδι κομματιάσαν χάμω
σα λουλούδι κομματιάσαν χάμω
μες το γκέτο τη μικρή καρδιά μου
μες στο γκέτο τη μικρή καρδιά μου
Ένας Γερμανός και μια Εβραία,
κάποιο βράδυ δώσανε τα χέρια
Ήτανε γλυκός κι ήταν ωραία,
κι έλαμπαν στον ουρανό τ’ αστέρια
Ήμουνα εφτά χρονών, του λέει,
στο μεγάλο τον βομβαρδισμό
Ήμουνα εννιά χρονών, της λέει,
σαν και σένα έκλαιγα κι εγώ
Ήτανε ο πατέρας σου Ες Ες
ντρέπεσαι, το ξέρω, που το λες
καίγομαι και εγώ που σου το λέω
το δικό μου γέρο Εβραίο
σκότωσε ο πατέρας σου ο Ες Ες
μα παλληκάρι εσύ τι φταις
πού `τανε ο πατέρας σου Ες Ες
ντρέπεσαι το ξέρω που το λες
Ένας Γερμανός και μια Εβραία,
παντρευτήκαν κάποιο καλοκαίρι
Στάθηκε μικρή νυφούλα ωραία,
ακουμπώντας στο πλατύ του χέρι
Έλαμπε σαν μέρα το σκοτάδι,
έλαμπε σαν ήλιος ο ουρανός
έτσι τρυφερά κείνο το βράδυ,
τελείωσε ο πόλεμος αυτός
Στίχοι: Σώτια Τσώτου
Μουσική: Κώστας Χατζής
Μη μας περιφρονάς, μη μας περιφρονάς
γράψε, βρε ιστορία, δυο λόγια και για ‘μας.
Γράψε για ‘μας τους ταπεινούς
και τους ανώνυμους της πλάσης
σκαλί είμαστε για τους τρανούς
οι θεατές στις παρελάσεις.
Αν δεν υπήρχαμε εμείς
πώς θα ξεχώριζαν οι άλλοι;
Αν δεν υπήρχαν οι μικροί
πώς θα υπήρχαν οι μεγάλοι;
Μη μας περιφρονάς, μη μας περιφρονάς
γράψε, βρε ιστορία, δυο λόγια και για ‘μας.
Αρνήσου το αν μπορείς
αρνήσου το αν μπορείς
από την ίδια λάσπη
πλαστήκαμε κι εμείς.
Για ‘μας δεν νοιάζεται κανείς
είμαστε τ’ άγραφο το χιόνι
μας ξέρουν πέντε συγγενείς
η μάνα μας και οι γειτόνοι.