Κωνσταντίνος Κατσίφας!ΕΦΥΓΕ 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2018

Ξημερώματα 28ης Οκτωβρίου 2018 στους Βουλιαράτες, ένα μικρό μειονοτικό χωριό περίπου 300 κατοίκων του Δήμου Δρόπολης, 8 χιλιόμετρα μετά τα ελληνοαλβανικά σύνορα στην Κακαβιά, το οποίο ανήκει στην επίσημη μειονοτική ζώνη που αναγνωρίζουν θεωρητικά τα Τίρανα. Εναν τόπο όπου οι ομογενείς έχουν -βάσει νομοθεσίας- το δικαίωμα να τιμούν τις εθνικές επετείους και τα εθνικά σύμβολα, κάτι που συχνά πυκνά ενοχλεί την… αλβανική αισθητική.

Εκείνη την ημέρα, προτού καλά-καλά ανατείλει ο ήλιος, ο 35χρονος Κωνσταντίνος Κατσίφας ζωγράφιζε στον τοίχο του σχολείου του χωριού την ελληνική σημαία προκειμένου να τιμήσει τους Ελληνες στρατιώτες που βρίσκονται θαμμένοι στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο του χωριού -πεσόντες κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940-1941-, αλλά και για να υπενθυμίσει ότι η ιδιαίτερη πατρίδα του κατοικείται από Ελληνες, σε πείσμα των συνεχιζόμενων αλβανικών προκλήσεων και μεθοδεύσεων.

Την προηγούμενη μέρα, ο ίδιος και κάποιοι φίλοι του είχαν σημαιοστολίσει, όπως σε κάθε εθνική επέτειο, την κεντρική οδό του χωριού έως το Στρατιωτικό Κοιμητήριο – τις σημαίες, όπως κάθε χρόνο άλλωστε, τις είχε αγοράσει με το μεροκάματό του ο Κατσίφας ή αλλιώς το παιδί που αγαπούσε την πατρίδα όσο τίποτα στον κόσμο…

Περήφανος Έλληνας

Συγχωριανοί και φίλοι μιλούν με τα καλύτερα λόγια για τον 35χρονο ομογενή: χαμογελαστός και ευδιάθετος, βοηθούσε όποιον του το ζητούσε, χωρίς δεύτερη κουβέντα. Ο ίδιος αναλάμβανε με τους φίλους του εξωραϊστικές δράσεις και πρωτοστατούσε κάθε Δεκαπενταύγουστο στο φημισμένο παραδοσιακό ηπειρώτικο πανηγύρι του χωριού.

Σε ηλικία 7 ετών, και μετά την πτώση του καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα στην Αλβανία το 1990, ο Κωνσταντίνος Κατσίφας εγκαταστάθηκε με τους γονείς του και τις τρεις αδελφές του στην Αθήνα. Μοναχογιός της οικογένειας, μεγάλωσε με αγάπη, υποστήριξη και πολλές ιστορίες από τους Βουλιαράτες, όπου η οικογένειά του πήγαινε με κάθε ευκαιρία.

Στην αρχή η ζωή στην Ελλάδα ήταν δύσκολη, αλλά με πολλή δουλειά και αλληλοϋποστήριξη οι γονείς του Ιωάννης και Βασιλική Κατσίφα κατάφεραν να τα βγάλουν πέρα. Ο Κωνσταντίνος μεγάλωσε ως περήφανος Βορειοηπειρώτης. Με καμάρι, κάθε 28η Οκτωβρίου, έλεγε σε δάσκαλους και συμμαθητές του για το ελληνικό Στρατιωτικό Κοιμητήριο του χωριού του, όπου βρίσκονται θαμμένοι Ελληνες στρατιώτες που σκοτώθηκαν στον πόλεμο με την Ιταλία.

Για τα παλικάρια αυτά που ήρθαν από μακριά για να πέσουν για τη λευτεριά της Ελλάδας. Γι’ αυτό και το εν λόγω κοιμητήριο το επισκεπτόταν και το φρόντιζε κάθε φορά που βρισκόταν στο χωριό του. Οσον αφορά την προσωπική του ζωή, ο Κωνσταντίνος ανέβηκε σε σχετικά μικρή ηλικία τα σκαλοπάτια της εκκλησίας και ήταν πατέρας ενός 14χρονου σήμερα κοριτσιού το οποίο λάτρευε.

Ο 35χρονος ομογενής υπήρξε πολυτεχνίτης και έτρεφε μεγάλη αγάπη για την τέχνη. Ασχολούνταν και με την ξυλογλυπτική και είχε σκαλίσει τέμπλα εκκλησιών με επιμονή και μεράκι.

Στο εργαστήριό του στους Βουλιαράτες είχε στήσει μάλιστα το «στρατηγείο» του, όπως το αποκαλούσε. Εκεί κατασκεύαζε τις βάσεις και τα κοντάρια των σημαιών και εκεί έραψε την τεράστια σημαία που έγινε viral στα τελευταία μεγάλα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, πρωτοστατώντας με άλλους συμπατριώτες του κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών.

Ατομο με ιδιαίτερη πίστη και σεβασμό στα Θεία, δεν μπορούσε, όπως λένε οι συντοπίτες του, να βλάψει ούτε μυρμήγκι. Προγραμμάτιζε να ταξιδέψει το επόμενο διάστημα στο Αγιον Ορος και μεγάλη επιθυμία του ήταν να χτιστεί στο χωριό του μια μεγάλη εκκλησία. Για το τελευταίο όνειρό του μάλιστα μιλούσε με πάθος, ζητώντας από τους συγχωριανούς του να κινητοποιηθούν για να γίνει πραγματικότητα. Τα τελευταία χρόνια, και λόγω της ανεργίας, εργαζόταν κάθε καλοκαίρι ως μπάρμαν σε κλαμπ της Μυκόνου, ευδιάθετος και χαμογελαστός, περιμένοντας υπομονετικά τη λήξη της περιόδου για να επιστρέψει στους Βουλιαράτες.

Ολοι οι κάτοικοι του χωριού κάνουν λόγο για ένα παιδί απλό, καθημερινό, ευγενικό, με αίσθηση του χιούμορ. Υπεράσπιζε με πάθος τις ιδέες και τα πιστεύω του πάντα μέσα από τον διάλογο και με επιχειρήματα. Παρ’ όλα αυτά, τις πρώτες ώρες μετά τον θανάσιμο τραυματισμό του στους Βουλιαράτες, αλβανικά ΜΜΕ επιχείρησαν να τον παρουσιάσουν ως άτομο με ψυχολογικά προβλήματα και στη συνέχεια ως εξτρεμιστή και μέλος της Χρυσής Αυγής.

Στον μύλο της αλβανικής παραπληροφόρησης συνέβαλε σημαντικά και η διαρροή της ΕΛ.ΑΣ. -μέσω του ΑΠΕ- για εμπλοκή του σε υπόθεση εμπορίας χασίς πριν από δέκα χρόνια, παρότι είχε απαλλαγεί από τις κατηγορίες. Το ενδιαφέρον του για το χωριό τον οδήγησε να ασχοληθεί με τα κοινά στις τελευταίες δημοτικές εκλογές. Αν και ηττήθηκε από τον σημερινό πρόεδρο Δημήτρη Κουρεμένο, στην πορεία έγιναν οι καλύτεροι συνεργάτες και φίλοι.

Αυτός του έκλεισε και τα μάτια λίγη ώρα μετά την εκτέλεσή του από τους άνδρες της RENEA, όταν αψηφώντας τις απαγορεύσεις έφτασε στο σημείο για να τον βρει νεκρό στη γη που λάτρεψε και αγάπησε ως το τέλος. «Η γη μας είναι η ψυχή μας. Είναι οι μνήμες των προγόνων μας και των θυσιών τους», είχε γράψει κάποτε ο 35χρονος ομογενής. Εκεί έπεσε όρθιος. Στην αγαπημένη του γη, στον τόπο που λάτρεψε, έχοντας ως τελευταία εικόνα τα βουνά της πατρίδας…