ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΣ ΞΕΝΟΙ ΣΧΟΛΙΑΖΟΥΝ!!!

Γλώσσα κατά λέξη σημαίνει το μυώδες όργανο του κάτω μέρους της στοματικής κοιλότητας, που εκτός των άλλων λειτουργιών του, χρησιμεύει και για την παραγωγή της ανθρώπινης ομιλίας, του ανθρώπινου λόγου. Κατά συνέπεια, όπου δεν υπάρχει σκέψη, δεν υπάρχει και λόγος. Υπό αυτή την έννοια η γλώσσα είναι απαραίτητη προϋπόθεση, το μέσο και ο δρόμος για τη μόρφωση του ανθρώπου.

Η «καθιερωμένη» γλώσσα είναι κάτι περισσότερο από ένα μέσο, έτοιμο να μας βοηθήσει να εκφράσουμε τη σκέψη που δεν δεσμεύεται από ιδιωματισμούς και για το λόγο αυτό προηγείται της ομιλίας. Η γλώσσα γίνεται μια δύναμη που συμμετέχει στη διαμόρφωση της νόησης, του συναισθήματος και της βούλησης. Ιδιαίτερα, ο πλούτος της σε ζωτικές και ηθικές αξίες την καθιστούν μια εξέχουσα δύναμη που συμβάλλει στην κοινωνική ζωή.

Ο χαρακτήρας ενός λαού εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο μέσα από τη γλώσσα. Χωρίς τη γλώσσα δεν είναι δυνατό να τον συλλάβουμε.

Η καλλιέργεια του λόγου, με την αμεσότητα της επίδρασης και της αντίδρασης, γλωσσικής μορφής, βασιλεύει πρώτιστα στην οικογένεια. Αν στο σπίτι ομιλείται μια γνήσια και αληθινή γλώσσα, ο λόγος προσελκύει το ενδιαφέρον των παιδιών και των νέων. Στο σχολείο επιδρά το παράδειγμα του εκπαιδευτικού περισσότερο από την άσκηση και τη διδασκαλία.

Η οικογένεια ως φυσική κοινωνική ομάδα προπορεύεται ως προς τη γλώσσα κάθε άλλης κοινωνικής ομάδας. Στην οικογένεια ο νέος άνθρωπος μαθαίνει κατά κανόνα ακριβώς εκείνο, που ποτέ άλλοτε πλέον δεν το κατανοεί με τόσο βάθος και το μαθαίνει με ένα τρόπο που αργότερα δεν θα παρουσιαστεί ίσως ποτέ. Εκείνο που θα μάθει το παιδί στη συντροφιά με τον πατέρα, τη μητέρα και τα αδέλφια του να εκφράζει, να ονομάζει και να ανακοινώνει είναι απείρως σπουδαιότερο από όλα εκείνα που δύναται να αποκτήσει στο σχολείο.

Η ελληνική γλώσσα δεν είναι μια οποιαδήποτε γλώσσα.

Με την απαράμιλλη διαχρονικότητα, τον πλούτο των λέξεων, την ονοματοδοσία των επιστημονικών όρων, την απεριόριστη δυνατότητα παραγωγής νέων λέξεων, την τελειότητα της γραμματικής της δομής εδώ και 3.500 χρόνια από τον ίδιο λαό στον ίδιο τόπο συνεχώς, είναι μια ενιαία γλώσσα. Φαινόμενο, αν όχι μοναδικό στον κόσμο, ασφαλώς σπάνιο στον κύκλο των ανεπτυγμένων, των «ιστορικών» εθνών και πολιτισμών. Δεν υπάρχει, νομίζω, διδακτικότερο μάθημα για όλους μας, νέους και ηλικιωμένους, από έναν πίνακα που θα παρουσιάζει την εθνική μας γλώσσα στην ιστορική της διαδρομή από τον Όμηρο μέχρι το σημερινό λαϊκό και έντεχνο λόγο.

Για το ιλιγγιώδες μέγεθος του προνομίου της, ο Οδυσσέας Ελύτης εξομολογείται με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Νιώθω ένας αριστοκράτης που έχει, ο μόνος που έχει, το προνόμιο να λέει τον ουρανό «ουρανό» και τη θάλασσα «θάλασσα», ακριβώς όπως η Σαπφώ, ακριβώς όπως ο Ρωμανός, εδώ και χιλιάδες χρόνια, και μόνο έτσι να βλέπω την αλήθεια, το γαλάζιο του αιθέρος ή να ακούω το ρόχθο του πελάγους».

Η Ελληνική Γλώσσα, είτε αρχαία είτε νέα, εξακολουθεί να απασχολεί τη συλλογική μας ευαισθησία, αφού αυτή, ως θεμελιακό στοιχείο της παγκόσμιας διανόησης, υπήρξε το βασικό όργανο διάδοσης πολιτισμού σε ολόκληρο τον κόσμο, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.

Δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες η γλώσσα μας κακοποιήθηκε πολύ. Όταν το 1964 η δημοτική μας γλώσσα κέρδιζε λίγο – λίγο έδαφος, η στρατιωτική Δικτατορία των συνταγματαρχών (1967-1974) με τις παλινδρομήσεις και τους μακαρονισμούς της όχι μόνο δυσχέρανε την ομαλή της εξέλιξη, αλλά συνέβαλε και στη διανοητική της καταστροφή. Το 1976 και το 1982 η γενίκευση της χρήσης της δημοτικής γλώσσας συνοδεύθηκε με άλλα δύο ατοπήματα: Με την κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στη Β/θμια Εκπαίδευση και με την κατάργηση του πολυτονικού συστήματος.

Έκτοτε, η γλώσσα μας δέχεται νέες επιθέσεις και νέες διαβρώσεις, με την παραβίαση γλωσσικών κανόνων και γλωσσικής αισθητικής και λογικής. Είναι συνήθη τα εκφραστικά και τα συντακτικά λάθη και η παραμορφωτική εκφορά του λόγου, ακόμη και από παρουσιαστές ή σχολιαστές ειδήσεων. Ακούμε «ο αναλογούν φόρος», «η πλήρη εφαρμογή», τον «επικεφαλήν», «αυτή τη στιγμή συνδράμουν στην κατάσβεση», «κάτι άλλο δεν παρατηρούμε μέχρι στιγμή», «άνευ άδεια», «του χτιρίου», «του Πανεπιστήμιου», «οδηγά», «παρακαλά» κλπ. Η γλώσσα έχει απόλυτη προτεραιότητα. Είναι ανάγκη να απαλλαγεί από τους βαρβαρισμούς και τους σολοικισμούς.

Και ενώ εμείς οι ίδιοι αδιαφορούμε ή κακοποιούμε τη γλώσσα μας, εκδηλώνεται παγκοσμίως αυξανόμενο ενδιαφέρον για την εκμάθηση της Ελληνικής Γλώσσας, Αρχαίας και Νέας, από τη μακρινή Χιλή και την Αλάσκα, μέχρι το Βλαδιβοστόκ και την Αυστραλία. Στις ΗΠΑ, στη Ρωσία και στην Αυστραλία η διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας είναι υποχρεωτική ως δεύτερης (κατ’ επιλογήν) γλώσσας.

Οι Αμερικανοί, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στη Δύση, πίστεψαν στους Έλληνες, καθώς η ελληνική κληρονομιά με τη σωστή χρήση της προσδίδει στους οπαδούς της την τρομερή δύναμη να αλλάξει το υπάρχον διανοητικό και υλικό περιβάλλον.

Ο Τόμας Τζέφερσον, κύριος συντάκτης της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ φοίτησε σε διάφορες σχολές κλασικών σπουδών και ως 3ος πρόεδρος των ΗΠΑ διακήρυττε με εντυπωσιακή οξυδέρκεια ότι «τα θεμέλια του Αμερικανικού Έθνους είναι η εκπαίδευσή του». 200 χρόνια μετά, ο Αμερικανός συγγραφέας Β. Χάνσον αναφέρει ότι η διδασκαλία των Ελληνικών στους φοιτητές της χώρας του είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση.

Απαιτεί ένα ιδιαίτερο είδος αφοσίωσης και συνειδητή αποκοτιά, καθώς «τα Ελληνικά κατοικούν στο σκιώδη κόσμο των Κλασικών Σπουδών». Σήμερα ο Δυτικός πολιτισμός της ελευθερίας και του λόγου, που είναι τέκνο ελληνικό, φαίνεται να θριαμβεύει και να διευρύνεται, πέρα από τη Δύση, να εγκαινιάζει μια νέα χιλιετία ηγεμονίας του.

Σήμερα είναι αναγκαία, όσο ποτέ άλλοτε στη Νεότερη Ιστορία μας, η θωράκιση και η ενίσχυση της εθνικής μας οντότητας, η προστασία της γλώσσας μας, των εθνικών παραδόσεων και η ενίσχυση των δεσμών της Πολιτείας και της Εκκλησίας με βάση την ελληνοχριστιανική παράδοση. Ο ελληνικός λαός δεν αποτέλεσε ποτέ όγκο και μάζα στην ατελεύτητη πορεία του.

Στην περίπτωση αυτή η προσφυγή στη γλώσσα μας είναι ένας τρόπος να συλλάβουμε τις σκέψεις, τους πόθους και τις ανησυχίες του ανθρώπου, καθώς η διαχρονική της αξία συνδέεται με το ήθος και τη διαγωγή του λαού μας. Πίσω από τη γλώσσα μας, που είναι το ανθεκτικότερο οχυρό της ελληνικής διαχρονικότητας, υπάρχει ο αρχαίος στοχασμός, ο ανθρωπισμός και η φιλάνθρωπη χριστιανική πράξη του Μεσαίωνα. Για το λόγο αυτό η γλώσσα μας πρέπει να διδάσκεται ολόκληρη, τόσο η σύγχρονη όσο και αυτή του Θουκυδίδη.

Αποτελεί κοινό τόπο ότι η αποκοπή της Νεοελληνικής Γλώσσας από τις ρίζες της, τα Αρχαία Ελληνικά, την ανεξάντλητη αυτή πηγή άντλησης νέων λέξεων, οδήγησε στην αδυναμία έκφρασης των νέων και όχι μόνο. Η Ελληνική Γλώσσα από την Εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα, φαινόμενο αδιάκοπης και αδιάρρηκτης συνέχειας, αποτελεί ένα αλληλοσυμπληρούμενο και διαχρονικά εξελισσόμενο σύνολο, με τη δική του δυναμική, το οποίο δεν πρέπει να αγνοείται.

Η γλώσσα μας είναι η ταυτότητά μας. Τίποτε άλλο δεν μας συνδέει στον ίδιο τόπο όσο η γλώσσα μας που είναι συνεχής και ενιαία μέχρι σήμερα από την πρώτη εμφάνισή της σε γραπτή μορφή τον 8ο αιώνα π.Χ.

Κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Ελληνική Γλώσσα πήρε την Ελληνιστική της μορφή, η οποία ως προσφορά διατηρήθηκε η ίδια επί 2.000 χρόνια μέχρι σήμερα και ως προς τις λέξεις είναι πιο κοντά προς τη Νεοελληνική Γλώσσα. Επομένως, τα σύνορα της πατρίδας μας δεν είναι κατ’ ανάγκην γεωγραφικά.

Τα σύνορα είναι στη γλώσσα, στην παιδεία και στην πνευματική αυτοσυνειδησία του Έλληνα.

Αν αυτές οι αντιστάσεις παραδοθούν στην αδιαφορία και στη στασιμότητα, η απώλεια θα είναι τεράστια. Οπωσδήποτε, δεν μπορούμε με λίγη προσπάθεια να επιτύχουμε το στόχο της κατανόησης των Ελληνικών στο σύνολό τους. Δεν παύουν όμως να είναι το αθάνατο νερό που δίνει ζωή στη μάθηση, ένα δώρο που η απόκτησή του μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει ο ανθρώπινος νους.

Πέραν τούτου, η διατήρηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών μπορεί να απαλλάξει τη γλώσσα μας από τις επικίνδυνες αλλοιώσεις και να την κάνει πραγματικό όργανο της εκπαίδευσης, της επιστήμης, της λογοτεχνίας και του Τύπου.

Η Ελληνική Γλώσσα, ένας πλούτος απροσμέτρητος

Γράφει ο Νικόλαος Αλ. Στούμπος