Να ’χα Σοφία
Ήθελα να ’βρισκα καιρό
Να ’χα μυαλό και πριν χαθώ
το τέλος να φιλοσοφήσω
Ήθελα να ’βρισκα καιρό
Λίγο στον τοίχο πριν χτυπήσω
πριν τη ζωή μου αδικήσω
Να ’χα Σοφία να μιλήσω
Να ᾿χα ένα κύμα ν’ αρπαχτώ
ξανά στα πόδια σου να βγω
Τα μάτια σου να συναντήσω
να ᾿χα Σοφία να μιλήσω
Χρόνια πάνε / μας ξεχνάνε
γι’ άλλα πρωινά
Νοσταλγία / και σοφία
μας τραβούν μπροστά
Ήθελα κάπου να πιαστώ
Να ’ταν χαρά να τη νοιαστώ
Στα χείλη σου να τη χαρίσω
Ήθελα κάπου να πιαστώ
Λίγο στον τοίχο πριν χτυπήσω
Πριν τη ζωή μου αδικήσω
Να ’χα Σοφία να μιλήσω
Τούτη η άνοιξη πια
Τούτη η άνοιξη πια / πώς περνά στα κρυφά
με το Πάσχα στη μνήμη
Μ’ όλα τ’ άνθη πενθεί / χίλια χρώματα γκρι
στων τειχών μας το ασήμι
Αγαπιόμαστε μα / δε φιλιόμαστε πια
δε βλεπόμαστε στα όνειρά μας
Κι αν βρεθούμε μαζί / θα το ζούμε ως εχθροί
εγκλεισμένοι αθώοι στα δεσμά μας
Τούτη η άνοιξη πια / ψάχνει χρόνια μετά
κι ίσως να μας θυμάται
Σ’ ένα σπίτι σιωπή / του θανάτου ωδή
στη χαρά που λυπάται
Έτσι γελάς
Έτσι ανοίγει ο καιρός. Με το χαμόγελό σου
Κι ο ποιητής στα χείλη σου ψάχνει το μυστικό σου
Έτσι χρεώνει ο καιρός σε όλους τ’ οχυρό σου
Στους άγιους πολιορκητές μπρος στο παράθυρό σου
Πες πώς μπορείς. Πάντα γελάς και συγχωρείς όσους πονάς
που σ’ έχουνε πονέσει
Πάντα χορεύεις και μπορείς τ’ αερικά να συγχωρείς
που σβήνουν τι σ’ αρέσει
Έτσι κεντάει ο καιρός το αίμα στον καρπό σου
Κι ο ποιητής απλήρωτος στο περιθώριό σου
Έτσι στριμώχνει ο καιρός αλήθειες στ’ όνειρό σου
Κι όλους τους άγιους πειρατές μες στο αρχοντικό σου
Ό,τι είναι να γίνει
Καφές και περηφάνια στεγνώνουν στα φλιτζάνια
Ακόμα θες να μ’ αποχαιρετάς
Στο δρόμο σου αγκάθια δυο λόγια κατακάθια
σού έσταξαν στα φύλλα της καρδιάς
Ό,τι είναι να γίνει άστο να γίνει
Άστο να γίνει και ό,τι γίνει
Αφού πονέσαμε, κερδίσαμε κι οι δυο
Στα δυο θα μοιραστεί και το κακό
Δεν ξέρω αν θα γυρίσω. Το δρόμο δε θα κλείσω
στα όνειρα που κάναμε μαζί
Θα κλείσω τα φανάρια που κρύβουν τα φεγγάρια
και κόβουνε το δρόμο στο πρωί
Θα σε περιμένω
Όλα το μυαλό σου είναι δρόμος μου
Δρόμος μου η ζωή και τ’ όνειρό σου
Όλα μες στα μάτια σου είναι δρόμος μου
Δρόμος μου ο δρόμος ο δικός σου
Τώρα πια που κι εγώ σ’ ακολούθησα τόσο
Τον δικό μου εαυτό μόνο θα σκοτώσω
Μη νομίσεις ποτέ πως πεθαίνω από σένα
Αξίζεις να πεθάνει έστω ένας για σένα
Μα έχω λόγο να ζω να σε περιμένω
Στον καθρέφτη θα δω έναν περασμένο
Που θα λέει «Έτσι ζω, να σε περιμένω
Δυο ζωές μας θα ζω, έτσι πάντα πεθαίνω»
Παρθένι 23/8 – Πλακωτή 28/8/19
Ρακόμελες σκέψεις
Ρακόμελο τα δάκρυα στο αίμα μου
ζαλίζουν της καρδιάς τα περασμένα
Δε δρόσισαν ποτέ όμως το ψέμα μου
και πλήρωσα διπλά τα κερασμένα
Έτσι μέθυσε το μέλι κι έκαψε γλυκά την άψη
Έτσι γλύκανε το σπίρτο, κάηκε χωρίς να κάψει
Μόνα τους ανάβουν τα μπουκάλια
μες στη νύχτα μανουάλια
και φωτίζουν τη θυσία
της ψυχής στην ουτοπία
Ρακόμελο οι σταγόνες του ιδρώτα μου
στο σώμα γράφουν δρόμους προς τα κάτω
Δε μπόρεσαν ποτέ όμως τα χνώτα μου
να σβήσουν την καιόμενή μου βάτο
Έτσι μέθυσε το μέλι κι έκαψε γλυκά την άψη
Έτσι γλύκανε το σπίρτο, κάηκε χωρίς ν’ ανάψει
Ικαρία ξημέρωμα 30/8/19
Και πάλι στο δρόμο
Και πάλι στο δρόμο
να ρωτάς από πού ’σαι
Ποια γενιά σε κρατούσε
απ’ το χέρι ως εδώ
Και πάλι στο δρόμο
τ’ όνειρό σου σε είδε
να μην ξέρεις πού πήγε
πριν σ’ αφήσει εδώ
Και βράζουν στο δρόμο
οι λιωμένοι σου πάγοι
κι Ελευσίνιοι μάγοι
σε μυστήρια οκτώ
Και πάλι στο δρόμο
συννεφιάζουν οι στάχτες
στέμμα σ’ επαναστάχτες
που γελούν στο φακό
Και πάλι στον ώμο
γειτονιές, ιστορίες
Οι παλιές οι πορείες
θα γυρνούν πάντα εδώ
Που μ’ αγάπησαν
Τι κουβέντα η σιωπή! Τη χαλάει όποιος την πει
Σκορπάει όταν ακούγεται στου νου μου το χαρτί
Το σκίζει και βυθίζομαι στην πιο βαθιά ψυχή
Πού πήγαν οι γυναίκες που μ΄ αγάπησαν
Κάθε που τις θυμάμαι με μαλώνουν
Πού πήγαν οι γυναίκες που μ’ αγάπησαν
και στ’ όνειρό μου πια δεν μεγαλώνουν
Χίλια λάθη μια βρισιά και τα σφίγγω στη γροθιά
Οι άνεμοι δεν κράτησαν στο χώμα τα παλιά
κι οι βράχοι ξεγυμνώθηκαν γδαρμένοι απ’ τη ματιά